"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

ΜΙΑ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΔΕΙΧΝΕΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΜΕ ΤΙΣ ΚΑΡΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΣΦΥΚΤΙΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΛΟΙΟ


 ΑΛΗΘΙΝΗ ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ καὶ ὁλόφρεσκη, ΣΗΜΕΡΙΝΗ (05.01.11). Μᾶς τὴν ἔστειλε ἀναγνώστης τῆς «Χριστιανικῆς Βιβλιογραφίας» παρακινηθεὶς ἀπὸ τὸ σχετικὸ δημοσίευμα μὲ σχόλιο τῆς «Χριστιανικῆς Βιβλιογραφίας»http://christianvivliografia.wordpress.com/2011/01/03/μέσῳ-τραπεζῶν-ἡ-σταδιακὴ-συρρίκνωσ/.
Ὅπως θὰ διαπιστώσει κάθε ἔμφρων καὶ καλόπιστος ἀναγνώστης «Η ΒΑΛΙΤΣΑ», μὲ τὰ προσχηματικὰ μέτρα κατὰ τοῦ «ξεπλύματος βρώμικου χρήματος» καὶ τὶς διάφορες «Κάρτες» δῆθεν γιὰ διευκόλυνση καὶ ἠλεκτρονικὴ δια…φέντευση (πρὸς τὸ παρὸν τὰ φέρνουν ἤπια καὶ προαιρετικά) καὶ μὲ ἐργαλεῖο τὴν ἀντιστροφὴ τοῦ «τεκμηρίου τῆς ἀθωότητας» γιὰ κάθε πολίτη, «ΠΑΕΙ ΠΟΛΥ ΜΑΚΡΙΑ». Ἐκεῖ ποὺ πλέον μέσῳ τοῦ ἀσφυκτικοῦ οἰκονομικοῦ/φορολογικοῦ ἐλέγχου τῶν συναλλαγῶν θὰ ἐγκλωβισθοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ θὰ μεταβληθοῦν σὲ δούλους καὶ ὑπηκόους τοῦ πιὸ αὐταρχικοῦ καὶ ἀνελευθέρου καθεστῶτος τῆς ἱστορίας, ἐκεῖ ποὺ πλέον θὰ στραγγαλισθοῦν οἱ συνταγματικὲς ἐλευθερίες, γιὰ τὶς ὁποῖες τόσο αἷμα χύθηκε, ἀφοῦ προηγουμένως θὰ ἔχει ἀναιρεθεῖ ἐν τοῖς πράγμασι ἡ θεόσδοτη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔχυσε τὸ αἷμα Του ὁ Χριστός.

Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ξημερώνει τῶν Θεοφανείων καὶ ὁ νοῦς στρέφεται στὴν ἑορτή, ἐν τούτοις ἡ «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ» τὸ δημοσιεύει, διότι εἶναι ὁλοζώντανη καὶ ἀποκαλυπτικὴ μαρτυρία, τεκμηριωμένη, ἀπὸ ἀξιόπιστο πρόσωπο καὶ διότι ὁ ἐν τέλει σχολιασμὸς τοῦ ἰδίου τοῦ γράφοντος ἔχει πραγματικὸ πνευματικὸ περιεχόμενο, συμβατὸ μὲ τὴν προοπτικὴ τῶν Φώτων.
Πρόσφατα ἀποφασίσαμε μὲ τὴν σύζυγό μου, νὰ μεταφέρουμε κάποιες ἀποταμιεύσεις μας (ὅλα-ὅλα 25.000 Εὐρώ, γιὰ 2 ἄτομα, γιὰ ὅλα τὰ χρόνια ἐργασίας μας), ἀπὸ μία συγκεκριμένη τράπεζα, σὲ ἄλλη. Πηγαίνοντας στὸ ταμεῖο, γιὰ νὰ ἐκδώσω τραπεζικὴ ἐπιταγή, ὁ ταμίας μὲ κοιτάζει μὲ ἕνα περίεργο ὕφος καὶ μοῦ λέει:
–Ἔχετε ἐκκαθαριστικό της Ἐφορίας μαζί σας;
– Ὄχι, γιὰ ποιό λόγο χρειάζομαι ἐκκαθαριστικὸ ἐφορίας, γιὰ νὰ κάνω μία ἀνάληψη;
– Γιὰ τόσο μεγάλα ποσὰ χρειάζεται.
– Μὰ τί λέτε, εἶναι μεγάλο ποσὸ αὐτό;
– Ἀπὸ δῶ καὶ στὸ ἑξῆς γιὰ κάθε ἀνάληψη ἢ κατάθεση πάνω ἀπὸ 15.000 Εὐρώ, πρέπει νὰ προσκομίζετε ἐκκαθαριστικὸ τῆς ἐφορίας καὶ μάλιστα πρόσφατο.
– Δηλαδή, μοῦ λέτε ὅτι δὲν μπορῶ νὰ πάρω τὰ χρήματά μου;
– Ἂν δὲν ἔχετε μαζί σας ἐκκαθαριστικό, ὄχι!
– Δὲν εἶναι δυνατόν! Μέχρι τώρα δὲν εἶχα συναντήσει κανένα πρόβλημα μὲ παρόμοιες συναλλαγές.
– Τώρα δὲν γίνεται. Ἐκτὸς ἂν ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸ κατάστημα, στὸ ὁποῖο ἀνοίξατε τὸν λογαριασμό σας καὶ μᾶς στείλουν ἀπὸ ἐκεῖ ἕνα ἐκκαθαριστικό, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι πρόσφατο.
Διαμαρτυρήθηκα ἀμέσως στὸν διευθυντή:
– Κύριε διευθυντά, ἐγὼ ἔχω κάνει καὶ ἄλλες φορὲς τέτοιες ἀναλήψεις καὶ οὐδέποτε μοῦ ἐζήτησαν αὐτὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ ζητᾶτε.
– Δὲν τὸ λέω ἐγώ, ὁ νόμος τὸ λέει, ὅτι στὸ ἑξῆς γιὰ κάθε ἀνάληψη ἢ ἀκόμα καὶ γιὰ κάθε κατάθεση πάνω ἀπὸ 15.000 Εὐρώ, πρέπει νὰ ζητᾶμε ἐκκαθαριστικὸ Ἐφορίας, ἢ νὰ ἐλέγχουμε ἂν αὐτὸ ποὺ προσκομίσατε, ὅταν ἀνοίξατε τὸ λογαριασμό σας, εἶναι πρόσφατο.
– Δὲν καταλαβαίνω ὅμως ποιός εἶναι ὁ λόγος κ. διευθυντά, μπορεῖτε νὰ μοῦ ἐξηγήσετε; Μὲ ἀντιμετωπίζετε, λὲς καὶ ἔχω κάνει κάτι κακό.
– Αὐτὸ γίνεται γιὰ τὸν ἔλεγχο τοῦ «ξεπλύματος» μαύρου χρήματος.
–Βάσει ποίου νόμου γίνεται αὐτό; μπορεῖτε νὰ μοῦ δώσετε τὸν ἀριθμὸ ΦΕΚ, νὰ τὸν μελετήσω;
Ἔψαχνε τὸ νόμο, ἐνῶ στὸ μεταξὺ ὁ ταμίας ἔπαιρνε τηλέφωνο μπροστά μου στὸ κατάστημα ποὺ εἶχα ἀνοίξει τὸ λογαριασμό, σὰ νὰ ἤμουν καταζητούμενος: «Σᾶς παίρνω γιὰ κάποιον κύριο… ποὺ ἔχει ἀνοίξει λογαριασμὸ σὲ ἐσᾶς, μὲ νούμερο… Ἔχει καταθέσει ἐκκαθαριστικὸ τῆς Ἐφορίας; μπορεῖτε νὰ ψάξετε καὶ νὰ μοῦ τὸ στείλετε;»
Μέχρι νὰ μὲ περάσουν ἀπὸ «κόσκινο», κάθισα νὰ περιμένω στὸ γραφεῖο τοῦ διευθυντῆ, ὁ ὁποῖος μὲ φυσικότητα καὶ εἰλικρίνεια μὲ ἐνημέρωσε ὡς ἑξῆς:
– Μᾶς ἐπιβάλλει ὁ νόμος νὰ ἐλέγχουμε ὅλες τὶς συναλλαγὲς πάνω ἀπὸ 15.000. Ἂν πᾶς στὸ ταμεῖο νὰ καταθέσεις ἢ νὰ κάνεις ἀνάληψη τέτοιου ποσοῦ, ἀμέσως θὰ «χτυπήσει κόκκινο» στὸ γραφεῖο τοῦ διευθυντῆ τοῦ καταστήματος, ἀλλὰ καὶ στὸ κεντρικὸ σύστημα τοῦ κράτους ποὺ παρακολουθεῖ αὐτὲς τὶς συναλλαγές. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα μπορεῖ τὸ ΣΔΟΕ νὰ σοῦ ζητήσει νὰ ἀποδείξεις ποῦ βρῆκες αὐτὰ τὰ χρήματα. Ἀλλὰ καὶ ὁ διευθυντής, ἔχει χρέος νὰ σοῦ ζητήσει στοιχεῖα γιὰ τὰ χρήματα αὐτά. Ἂν σὲ ἀφήσω ἐγὼ νὰ κάνεις τὴν ἀνάληψη, θὰ λογοδοτήσω στὴν Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος, γιατί δὲν σοῦ ζήτησα στοιχεῖα. Προχθές, γιὰ παράδειγμα, τὸ ὑποκατάστημά μας στὴν Πάτρα, κινδύνεψε νὰ τιμωρηθεῖ μὲ τσουχτερὸ πρόστιμο, γιατί δέχθηκε μία μεγάλη κατάθεση χωρὶς ἔλεγχο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τρέχει ὁ διευθυντὴς νὰ ἀποδείξει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔκανε τὴν κατάθεση πούλησε τὸ σπίτι του!
Δὲν μπορεῖς οὔτε νὰ μεταφέρεις χρήματα ἀπὸ μία τράπεζα σὲ ἄλλη, χωρὶς νὰ εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ ἀποδείξεις στὸ ΣΔΟΕ ποῦ τὰ βρῆκες. Εἰδικὰ ἂν τὰ μεταφέρεις σὲ τράπεζα τοῦ ἐξωτερικοῦ, μπορεῖ νὰ σοῦ κάνουν ἔλεγχο.
Ἐπίσης ἂν ἐσὺ κάνεις πολλὲς ἀναλήψεις μικρῶν ποσῶν π.χ. 3.000 Εὐρώ, καὶ ἀθροιστικὰ ξεπεράσεις τὰ 15.000 Εὐρώ, πάλι εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ἐλέγξω ποῦ τὰ βρῆκες.
– Μὰ κ. διευθυντά, τί πιὸ λογικό, ἕνας ἄνθρωπος (σὰν κι ἐμένα) ποὺ δουλεύει πάνω ἀπὸ 15 χρόνια, καὶ ἔχει κάποιες ἀποταμιεύσεις, νὰ θελήσει νὰ τὶς χρησιμοποιήσει; Θὰ πρέπει νὰ ἀποδείξει ὅτι δὲν κάνει «ξέπλυμα» μαύρου χρήματος;
– Τότε, ἂν εἶναι ἔτσι, αὐτὸς δὲν κινδυνεύει, θὰ ἀποδειχθεῖ ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ ΣΔΟΕ, ὅτι τὰ χρήματα προέρχονται ἀπὸ τὴ δουλειά του. Μὴν ξεχνᾶς ὅμως ὅτι τὸ «ξέπλυμα» γίνεται συνήθως μὲ μικρὰ ποσά, τὰ ὁποῖα, ἂν ἀθροιστοῦν, βγάζουν κάποια ἑκατομμύρια. Ἕνα τέτοιο κύκλωμα ἀνακάλυψαν πρόσφατα.
– Μὰ ὅπως καταλαβαίνω ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μοῦ λέτε, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀντιστρέφεται τὸ «τεκμήριο τῆς ἀθωότητας» γιὰ κάθε πολίτη καὶ φτάνει στὸ σημεῖο, κάθε φορὰ ποὺ κάνει ἀνάληψη ἢ κατάθεση, νὰ ἀποδεικνύει ὅτι δὲν εἶναι ἀπατεώνας.
– Ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι μὲ τὰ καινούργια μέτρα. Μὴν ξεχνᾶς ὅτι στὸ ἑξῆς κάθε συναλλαγὴ πάνω ἀπὸ 1.500 Εὐρὼ ἢ πάνω ἀπὸ 3.000 γιὰ ἐπαγγελματίες, πρέπει νὰ γίνεται μέσῳ τράπεζας ἢ μὲ πιστωτικὴ κάρτα.
– Αὐτὸ τὸ γνωρίζω, ἀλλὰ πεῖτε μου, ἂν κάποιος πελάτης μου δὲν ἔχει ἐπιταγὲς πῶς θὰ μὲ πληρώσει;
– Δὲν ἔχετε ἐπαγγελματικὸ λογαριασμό; Τί δουλειὰ κάνετε;
– Μηχανικός.
– Τότε θὰ πρέπει νὰ τὰ καταθέσει στὸν ἐπαγγελματικό σας λογαριασμό. Σὲ περίπτωση ὅμως ποὺ θέλει ἄμεσα ἀπόδειξη ὅτι σᾶς ἐξόφλησε, δὲν θὰ πρέπει ἐσεῖς νὰ ἔχετε συσκευὴ γιὰ πιστωτικὴ κάρτα, ὥστε νὰ τοῦ τυπώσετε τὴν ἀπόδειξη;
–Μὰ θὰ τοῦ δώσω τὸ τιμολόγιο. Δὲν ἀρκεῖ αὐτό; Ἕνας μηχανικὸς θὰ πρέπει νὰ προμηθευτεῖ συσκευὴ πιστωτικῆς κάρτας, ὅπως τὰ καταστήματα;
– Αὐτὸ εἶναι τὸ λιγότερο καὶ εἶναι πολὺ εὔκολο. Οὕτως ἢ ἄλλως θὰ ἀναγκαστεῖς νὰ τὸ κάνεις λόγῳ τῆς «φοροκάρτας». Μὴν κοιτᾶς ποὺ τώρα εἶναι προαιρετική. Μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ γίνει ὑποχρεωτικὴ καὶ θὰ πρέπει καθένας νὰ μαζεύει τὶς ἀποδείξεις του μέσῳ τῆς κάρτας. Ἄρα θὰ εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ ἔχεις τέτοια συσκευή.
Ἄρχισα νὰ  πνίγομαι συνειδητοποιώντας ὅτι θὰ ἐλέγχονται ὄχι μόνο οἱ μεγάλες (;) συναλλαγές, ὅπως προσπαθοῦσε μέχρι τώρα νὰ μοῦ ἀποδείξει, ἀλλὰ καὶ κάθε μηδαμινὴ συναλλαγὴ (μέσῳ τῆς φοροκάρτας).
Τὸ μεγάλο σὸκ ὅμως τὸ ἔπαθα ὅταν ξαφνικὰ μοῦ εἶπε:
– Τί νὰ τὰ κάνεις ὅμως ὅλα αὐτά; Δὲν φέρνουν κανένα ἀποτέλεσμα στὴν καταπολέμηση τοῦ «ξεπλύματος» μαύρου χρήματος. Ἐπιπλέον μᾶς ἐπιφορτίζουν καὶ ἐμᾶς, νὰ κάνουμε τόσους ἐλέγχους χωρὶς λόγο.
– Τί ἐννοεῖτε κ. διευθυντά, δηλαδὴ τελικὰ δὲν καταπολεμεῖται ἔτσι τὸ μαῦρο χρῆμα;
– Ὄχι βέβαια !
Καὶ ἄρχισε μὲ εἰλικρίνεια (ἢ ἀφέλεια), νὰ μοῦ κάνει «φροντιστήριο», γιὰ τὸ πῶς ξεπλένεται τὸ μαῦρο χρῆμα:
α) – Τὸ χρῆμα δὲν «ξεπλένεται» μὲ καταθέσεις καὶ ἀναλήψεις σὰν καὶ αὐτές, ἀλλὰ μέσῳ τοῦ χρηματιστηρίου. Ἂν π.χ. ἀγοράσει κάποιος σήμερα μετοχὲς ἀξίας 3.000 εὐρὼ καὶ τὶς πουλήσει αὔριο, τότε τὸ χρηματικὸ αὐτὸ ποσὸ μπαίνει στὸ λογαριασμό του, χωρὶς νὰ εἶναι ὑποχρεωμένη ἡ τράπεζα νὰ κάνει κανένα ἔλεγχο, γιατί ἀφ᾽ ἑνὸς τὸ ποσὸ εἶναι μικρὸ καὶ ἀφ᾽ἑτέρου, προέρχεται ἀπὸ ἀγοροπωλησία μετοχῶν. Ἂν ἐπαναλαμβάνει τέτοιες συναλλαγὲς καθημερινά, μπορεῖ νὰ «ξεπλύνει» ἑκατομμύρια χωρὶς ἐπίπτωση.
- Δηλαδὴ ἐσεῖς σὰν τράπεζα δὲν ἐλέγχετε μία τέτοια συναλλαγὴ ἀπὸ ἀγοροπωλησία μετοχῶν;
- Ὄχι. Νὰ λοιπὸν πῶς γίνεται τὸ «ξέπλυμα».
β) Σὰν δεύτερο παράδειγμα μοῦ ἀνέφερε ὅτι μπορεῖ κάποιος λογιστὴς π.χ. νὰ ἔχει πολλοὺς πελάτες (ἀπ᾽ ὅ,τι κατάλαβα, ἀληθινοὺς ἢ πελάτες-μαϊμοὺ) καὶ νὰ δηλώνει πολλὰ μικρὰ ποσὰ σὰν νόμιμες ἀμοιβές. «Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ ποσὰ δὲν θὰ ὑπάρχουν καὶ πολλὰ «μαῦρα»; Ἐσὺ τί λές;», μοῦ εἶπε. Κατάλαβα ὅτι ἂν ἕνας τέτοιος λογιστὴς ἐξασκεῖ μὲ σύστημα αὐτὴ τὴν τακτική, θὰ νομιμοποιήσει ἑκατομμύρια σὲ παράνομο χρῆμα.
γ) – Ἄλλος τρόπος εἶναι μέσῳ τοῦ καζίνο. Σὲ πληροφορῶ ὅτι τὰ καζίνο στὴν Ἰταλία τὸ 40% τοῦ τζίρου τους (ποὺ μᾶλλον προέρχεται ἀπὸ παράνομο χρῆμα), τὸ «ξεπλένουν», χρησιμοποιώντας πολλὰ ἄτομα, ὑπεράνω ὑποψίας, στὰ ὁποῖα τὸ διανέμουν καὶ τοὺς δίνουν μία καλὴ προμήθεια γιὰ τὸ ποσὸ ποὺ θὰ «ξεπλύνει» ὁ καθένας. Γι’ αὐτὸ σοῦ λέω, δὲν «πιάνεται» ἔτσι τὸ μαῦρο χρῆμα.
Μὲ τὰ τελευταῖα λόγια του διευθυντῆ, συνειδητοποίησα ὅτι ὅλος αὐτὸς ὁ ἀσφυκτικὸςἔλεγχος τῶν συναλλαγῶν κάθε πολίτη, τελικὰ δὲν ἔχει στόχο, ὅπως προφασίζεται τὸ κράτος, νὰ πατάξει τὶς παράνομες συναλλαγὲς καὶ τὸ «ξέπλυμα» χρήματος, ἀφοῦ τὸ ἴδιο τὸ σύστημα προσφέρει στοὺς ἰσχυροὺς καὶ μεγάλους «παῖχτες», πολλοὺς νόμιμους τρόπους γιὰ νὰ τὸ κάνουν. Τόσο προφανὲς εἶναι αὐτὸ ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ διαχειριστὲς αὐτοῦ τοῦ συστήματος (ὅπως ὁ ἐν λόγῳ διευθυντὴς ἑνὸς μικροῦ καταστήματος, μιᾶς μικρῆς Τράπεζας) τὸ ὁμολογοῦν. Ἑπομένως, κάποιος ἄλλος λόγος ὑπάρχει γιὰ τὸν ἔλεγχο τῶν συναλλαγῶν καὶ τήν, μέσα ἀπὸ αὐτόν, κατάργηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου. Δὲν ἔχουν λοιπὸν ἄδικο αὐτοὶ ποὺ τὰ ἐπισημαίνουν ὅλα αὐτὰ καὶ κρούουν τὸν «κώδωνα». Ἀντίθετα κατάλαβα ὅτιὅσοι τὸ παίρνουν ἀψήφιστα, ὅσοι χλευάζουν αὐτοὺς ποὺ προβληματίζονται γι’ αὐτά, ὅσοι προβάλλουν τὰ «ἀνταλλάγματα» τῆς ψηφιοποίησης τῶν συναλλαγῶν, ὅλοι αὐτοὶ «ζοῦν στὸν κόσμο τους». Μὲ αὐτὲς ὅλες τὶς σκέψεις καὶ μετὰ ἀπὸ τὸ «κοσκίνισμα» ποὺ ὑπέστην στὴν τράπεζα, μὲ ἔπιασε ἀσυναίσθητα πονοκέφαλος καὶ ἔνοιωθα σὰ νὰ μοῦ σφίγγουν τὸ λαιμὸ δέκα δυνατὰ χέριαΒγαίνοντας ἀπὸ τὸ κατάστημα σκέφθηκα ὅτι ζοῦμε σὲ μέρεςἈποκαλύψεως καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ μόνο ἀπὸ τὸ διάβολο μπορεῖ νὰ προέρχονται. Ἀλλὰ γιατί λέγουν οἱ Πατέρες ὅτι μετὰ τὴ Σταυρικὴ θυσία καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ὁ διάβολος δὲν ἔχει καμία ἐξουσία πάνω στὸν ἄνθρωπο; Μάλιστα τὸν παρουσιάζουν μὲ ἕνα ἀκέφαλο τέρας ποὺ τοῦ ἔμεινε μόνο ἡ οὐρὰ σὰν τοῦ σκορπιοῦ, γιὰ νὰ τσιμπάει ὅποιον τὸν πλησιάζει μὲ τὴ θέλησή του. Νὰ τσιμπάει ὅμως, ὄχι νὰ καταδυναστεύει.
Ἡ ἀπάντηση ἦρθε μόνη της ἀπὸ μέσα μου: Γιατί ὁ διάβολος θὰ πέσει στὴ δικιά του παγίδαὅπως ἔπεσε μὲ τὴ Σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου, γιατί ὅ,τι καὶ νὰ κάνει δὲν ἔχει ὑπολογίσει τὸ ἑξῆςὍτι τοὺς χριστιανοὺς δὲν τοὺς φοβίζει ἡ φτώχια, οὔτε ἡ κακοπάθεια γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Δὲν τοὺς φοβίζει ἀκόμα καὶ νὰ χάσουν τὰ ὑπάρχοντά τους, νὰ πεινάσουν ἀκόμα καὶ νὰ πεθάνουν, ἂν πρόκειται νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστό. Ἔτσι λοιπὸν στὰ χρόνια τοῦἈντίχριστου (ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ αὐτὰ ποὺ ζοῦμε), θὰ γεμίσει ὁ οὐρανὸς μὲ ὁμολογητὲς καὶ μάρτυρες καὶ αὐτὸ θὰ τὸ ἔχουν καταφέρει ἄθελά τους οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις ποὺ καὶ σήμερα μᾶς κυβερνοῦν!
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ» http://christianvivliografia.wordpress.com

''Φώτα'' Ένα άγνωστο θρησκευτικό άρθρο του Παπαδιαμάντη , Γιώργος Βαλέτας, Από το Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, 1941


Θεοφάνεια

Σήμερον η Εκκλησία ημών εορτάζει την μεγάλην εορτήν των Θεοφανείων, και ποιείται μνείαν της βαπτίσεως του Χριστού εν τω Ιορδάνη. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και Βαπτιστής, όστις έμβρυον εν τη μήτρα είχεν αναγνωρίσει τον Λυτρωτήν και εσκίρτησεν, ανήρ γενόμενος υπήρξε και ο πρώτος πιστεύσας, υποδείξας και κηρύξας τον Χριστόν.
«Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», είπεν ότε είδε τον Ιησούν περιπατούντα. «Έρχεται άλλος οπίσω μου, ου ουκ ειμί ικανός λύσαι τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού», έλεγε προς τους μαθητάς του. Τινές δε των μαθητών τούτων, εγκαταλιπόντες αυτόν, ηκολούθησαν τον Ιησούν, όθεν ο Ιωάννης εγκαρτερών και υποτασσόμενος έλεγεν, «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι».
Εκ των μαθητών τούτων του Ιωάννου λέγεται ότι ήσαν ο Ανδρέας ο πρωτόκλητος και ο αδελφός αυτού Σίμων Πέτρος, όστις και πρώτος εκ των άλλων αποστόλων ωμολόγησε τον Χριστόν, «Ραββί, συ ει ο Χριστός, ο υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ». Προς τούτον λοιπόν τον Ιωάννην, τον κηρύττοντα και βαπτίζοντα βάπτισμα μετανοίας, προσήλθεν ο Χριστός ως άνθρωπος και εβαπτίσθη θέλων να δώση το παράδειγμα.



Επειδή περί βαπτίσματος ο λόγος, καλόν νομίζω ενταύθα να υποβάλω πρακτικάς τινας παρατηρήσεις περί του τρόπου καθ’ ον τελείται παρ’ ημίν το Βάπτισμα.

Οι παλαιοί πρακτικώτατοι και μεμορφωμένοι ιερείς, καίτοι αγράμματοι λεγόμενοι, είξευρον να εκτελώσι κανονικώτατα τας τρεις καταδύσεις και αναδύσεις, κρατούντες τον βαπτιζόμενον όρθιον προς ανατολάς βλέποντα, εφαρμόζοντες την δεξιάν επί της μασχάλης του βρέφους αβρώς άμα και ασφαλώς, φράττοντες δε δια της αριστεράς το στόμα αυτού. Εφρόντιζον περί της θερμοκρασίας του ύδατος και εκάστη κατάδυσις εγίνετο ακαριαία, το δε διάλειμμα μεταξύ των καταδύσεων εγίνετο αρκετόν, ώστε ν' αναπνεύση το βρέφος. (*)

Τοιούτω τρόπω ουδείς βαπτιζόμενος έπαθε ποτέ τι εν τη κολυμβήθρα. Το σημερινόν όμως σμήνος των ιερέων, τους οποίους η διεφθαρμένη πολιτική επιβάλλει πολλάκις αξέστους και ακαλλιεργήτους εις τους Σ. Σ. ιεράρχας να τους χειροτονώσιν, αφού κακώς εκτελεί, ή μάλλον κακώς παραλείπει τοσούτους άλλους τύπους, οφείλει τουλάχιστον να σεβασθή αυτό το θεμέλιον της πίστεως ημών, το άγιον βάπτισμα.

Γράφομεν ταύτα, διότι έχομεν λόγους να πιστεύωμεν ότι πολλοί των ιερέων, χαριζόμενοι εις την τυφλήν και μωράν πολλάκις φιλοστοργίαν αμαθών και προληπτικών γονέων, οίτινες νομίζουν, ότι κάτι θα πάθη το χαΐδευμένον νεογνόν των εν τη ιερά κολυμβήθρα, εκτελούσι σχεδόν ράντισμα, και όχι βάπτισμα.
Οι της Δυτικής Εκκλησίας είναι συγγνωστοί, διότι ηγνόησαν την έννοιαν του ελληνικού ρήματος βαπτίζω, baptizo, ότι δηλ. σημαίνει βάπτω, βυθίζω, βουτώ, οι Έλληνες όμως δεν πρέπει ποτέ να την αγνοήσωσιν.
Είναι καιρός να φυλαχθή ο ιερός ούτος τύπος, διότι αν εξακολουθήση η αμάθεια του κλήρου, και πληθυνθή η αθεΐα και η ασέβεια, μετά μίαν γενεάν, ότε θα είμεθα μισοβαφτισμένοι όλοι, θα δεήση να διαταχθή γενικός αναβαπτισμός όλων των κατοίκων του Ελληνικού Βασιλείου, αρρένων και θηλέων. Διότι πρέπει να είμεθα συνεπείς.
Η ημετέρα Εκκλησία εις μεν τους προσερχόμενους εκ των Δυτικών εις τους κόλπους της επιβάλλει τον αναβαπτισμόν, τους δε Αρμενίους τους μυρώνει μόνον, και τούτο διότι ούτοι μεν είναι κανονικώς βεβαπτισμένοι δια τριών αναδύσεων και κα-ταδύσεων, εκείνοι δε ατελώς μόνον δια ραντισμού. «Συντηρώμεθα χάριτι, πιστοί, και σφραγίδι, ως γαρ όλεθρον εφυγον, Εβραίοι, φλιας πάλαι αιμαχθείσης, ούτω και ημίν εξόδιον το θείον τούτο, της παλιγγενεσίας λουτήριον έσται, ένεκεν και της Τριάδος, οψόμεθα φως το άδυτον».

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ
(«Εφημερίς», 6 του Γεν. 1888, 3α.)


Σημειώσεις

(*) Όλες αυτές οι λεπτομέρειες, που και οι παπάδες ακόμα δεν καλοξέρουν, μας φαίνονται περίεργες απ’ την πρώτη ματιά. Μα όσοι εδιάβασαν τη βιογραφία του Παπαδιαμάντη και τον παρακολούθησαν στα παιδικά του χρόνια, θα θυμούνται πως το παπαδοπαίδι εκείνο παρακολουθούσε βήμα προς βήμα τον πατέρα του σ' όλες τις λειτουργίες και τελετές, και τον βοηθούσε «και συνέψαλλε μετ' αυτού» και τον ρωτούσε για θρησκευτικές λεπτομέρειες και τύπους, γιατί ο πατέρας του ήταν αρχαιοπρεπής παπάς, απόγονος και μαθητής των κολλυβάδων της Σκιάθου, και γνώριζε κατά βάθος την παλαιά εκκλησιαστική τάξη, και την τηρούσε με φανατισμό.

Ο Παπαδιαμάντης έχει γράψει και άλλα παρόμοια ειδικά λειτουργικά άρθρα, όπου κατήγγελλε ή καυτηρίαζε διάφορες παρατυπίες και παραλείψεις, π.χ. Τα «Μνημόσυνα και το Καθαρτήριον», «Ιερείς των πόλεων και ιερείς των χωρίων» κλπ. Το δε διήγημά του «Τα τραγούδια του Θεού» έχει την αρχή και την έμπνευσή του απ' το απλούστατο γεγονός μιας εκκλησιαστικής παρατυπίας, που ήθελε να την καυτηριάσει ο Παπαδιαμάντης.
Και η παρατυπία αυτή ήταν ότι στην κηδεία ενός νηπίου εψάλη όχι η ειδική, μα η κοινή νεκρώσιμη ακολουθία. Για εκκλησιαστικές παρατυπίες παράβαλε και το διήγημα «Ο Καλόγερος», υπάρχουν όμως κι άλλα σκόρπια χωρία στα διηγήματα του.

Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

Εισήλθεν εν πρώτοις εις εν αρχοντικόν μέγαρον. Είδεν εκεί το ψεύδος και την σεμνοτυφίαν, την ανίαν και το ανωφελές της ζωής, ζωγραφισμένα εις τα πρόσωπα του ανδρός και της γυναικός και ήκουε τα δύο τέκνα να ψελλίζωσιν είς άγνωστον γλώσσαν.

***

Φρονώ ότι η καλή μνήμη οφείλει να είναι καλόν χωνευτήριον, ως ο στόμαχος, όστις δέχεται παντοία εδέσματα, χωρίς να ενθυμήται τα είδη αυτών.

***

Και το τρίτον παιδίον, ο Μήτσος, εκείνο το οποίον έβλεπα, ήρχετο εις το παντοπωλείον και εζήτει από τον μικρόν μπακάλην, όστις ήτο ακριβής εις τα σταθμά, αλλά δεν ενόει από ελεημοσύνην, ήρχετο και εζήτει να του στάξη «μια σταξιά λάδι στο γυαλί», αυτό το οποίον θα ήτο άξιον να στάξη μιαν σταγόνα νερού εις πολλών πλουσίων χείλη εις τον άλλον κόσμον!...

Και ητιολόγει την αίτησίν του, λέγων:

— Δεν έχουμε πατέρα στο σπίτι!


(Πηγή: "Μυριόβιβλος")
alopsis.gr/ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ